Πλούσιες, απρόσωπες, κερδοσκόπες ελληνικές τράπεζες

Τετ, 12/06/2024 - 18:09

Κύριε Διευθυντά, ο καταδικαστικός τίτλος τής επιστολής μου θα μπορούσε νἀ δικαιολογηθεί αποκλειστικά και μόνον από την γιγαντιαία διαφορά επιτοκίων καταθέσεων αποταμίευσης (μεταξύ 0.37 και 1%) και των επιτοκίων για προσωπικά ή επιχειρηματικά δάνεια (μεταξύ 11% και 17%).  Ανάλογα ερωτήματα προκαλούν και τά αυξημένα μερίσματα τού 2023  τά οποία αποφασίστηκαν  μετά από 16 συναπτά έτη αδικαιολόγητης απορρόφησής τής τραπεζικής κερδοφορίας  από (νομικά και λογιστικά κατοχυρωμένες) «τραπεζικές δαπάνες». Πρόκειται για μελετημένη τραπεζική κερδοσκοπική πολιτική η οποία εκμεταλλεύεται τίς υπεραποδόσεις των ελλήνων εργαζομένων και φορολογουμένων.

 Η  επιστολή τού χειρούργου Δ. Γεωργαντα («Κ» 5.6.26) εκθέτει ταλαιπωρίες, καθυστερήσεις και συστημικές αναποτελεσματικότητες τίς οποίες υφιστάμεθα όλοι ανεξαιρέτως στις καθημερινές μας συναλλαγές.   Μέγιστη εντύπωση πάντως προκαλεί το γεγονός ότι δεν ακούγονται φωνές παραπόνων ή συστάσεις καλύτερης εξυπηρέτησης από το πολυπληθέστατο τραπεζικό κοινό και από τά ΜΜΕ.  Ισως αυτό οφείλεται και στο ότι οι υπηρεσίες παραπόνων τὠν τραπεζών παραμένουν πεισματικά δυσπρόσιτες και ανεπαρκείς για όσους από εμάς έχουν προσπαθήσει να επικοινωνήσουν μαζί τους.

Τά γιγαντιαία κέρδη των συστημικών τραπεζών οφείλονται εν πολλοίς στις απρόσωπες ιντερνετικές υπηρεσίες πού μάς προσφέρουν. Οι υπηρεσίες αυτές δεν είναι επιλέξιμες από τὀ κοινό αλλά επιβάλλονται σάν μοναδικές, ανεξέλεγκτες επιλογές. Οι αναλήψεις/καταθέσεις μετρητών διεξάγονται στα δημόσια πεζοδρόμια χωρίς καμία επιτήρηση ή ασφάλεια, ιδιαίτερα για τούς ηλικιωμένους ή ανάπηρους χρήστες των ΑΤΜ. Συχνά επίσης τά ΑΤΜ αδυνατούν να πληρώσουν, να εκδώσουν αποδείξεις, να δεχθούν μετρητά πού υπερβαίνουν συνήθη μικροποσά. Η επιτήρηση και ανεφοδιασμός τους είναι συχνά πλημμελείς, ενώ τά καταστήματα στα οποία ανήκουν δηλώνουν ανεύθυνα για τά ΑΤΜ πού στεγάζουν στις προσόψεις τους!

Η τηλεφωνική εξυπηρέτηση προσφέρεται πάντοτε με μεγάλες καθυστερήσεις, σέ τυπικές ώρες εργασίας μόνον, παρά το γεγονός ότι πολλοί πελάτες εργάζονται και εκτός ωραρίων, συχνά και από το εξωτερικό όπου οι ώρες εργασίας δεν συμπίπτουν. Η εξυπηρέτηση των τραπεζών πρέπει οπωσδήποτε να προσφέρεται επί 24ὠρου βἀσεως και από υπαλλήλους εξειδικευμένους στην παροχή συγκεκριμένων και σύνθετων υπηρεσιών, όχι απλά «διεκπεραιωτές» ηλεκτρονικών εντολὠν.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι σημαντικό κομμάτι (ίσως το πλέον προσοδοφόρο) τού τραπεζικού κοινού έχει ξεπεράσει την μέση ηλικία και δεν εξοικειώνεται εύκολα με χρήσεις ιντερνετικών εργαλείων επικοινωνίας, τά οποία δεν υπήρχαν κάν στη διάρκεια τής επαγγελματικής του ζωής. Προσωπικές επαφές και διεκπεραιώσεις στην τράπεζα τής γειτονιάς μας παραμένουν πλέον ευχάριστες αναμνήσεις, ενώ οι σχέσεις μας με απρόσωπους τραπεζικούς και εντοιχισμένα ΑΤΜ αποτελούν δυσάρεστες εμπειρίες πού υφιστάμεθα εξ ανάγκης.

Η πρωτοφανής κερδοφορία των τραπεζὠν κάθε ἀλλο παρά δικαιολογεί την απαξίωση τού πελατειακού κοινού πού τίς στηρίζει.

Με εκτίμηση, Μιχάλης Μόσχος

Kαθημερινή 12/6/24

Άλλες απόψεις: Του Μιχάλη Μόσχου