«Πρώτα βγαίνει η ψυχή κι ύστερις το χούι….»

Παρ, 21/02/2025 - 09:47

       ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑ

( με Χιώτικη ντοπιολαλιά)

                     

-Ε κυρά Μαρού, καλή χρονιά νάχομενε κι ευλογημένη.

-Μακάρι κυρά Αργεντού μου, ας μας δώκει ο μεγαλοδύναμος την υγειά μας και φέτος κι έχει ο Θεός με τα χάλια πούχομενε με ευτό το ευρώ, ηχάσαμενε τον μπούσουλα εν έχομενε παράδες ούτε για τα χρειαζούμενα.

- Όλα κυρά Μαρού μου εγινήκανε απλησίαστα. Λέμενε το ψωμί ψωμάκι . Κι ειν΄και χειμώνας και το έρμο το πετρόλαδο πέρασενε το κατοστάρι το βαρέλι . ίντα α γίνομενε μόνο ο Θεός το ξέρει.

- Α κυρά Αργεντού ίντα μου θύμησες τώρα που πού μου πες για το πετρόλαδο. Πιο παλιά εφέρναμενε ξύλα και κουκουνάρες για το τζάκι για να ζεσταθούμενε. Μα τώρα πια γεράσαμενε και εν αντέχομενε να τρέχομενε στα βουνά και τα λαγκάδια. Μιαν ημέρα επέρασενε απ΄εδώ  ο μπάρμπα Μικές με το μουλάρι του κι επούλιενε ξύλα κι εφώναζενε « Κουκουνάρες κι ελιόξυλα Α΄Α’ »  .  Λέω του Παναή μου, έβγα όξω να πάρομενε δυο ζεμπίλια κουκουνάρες και καμπόσα κούτσουρα για το τζάκι γιατί χωρίς εδευτά α ξεκουκουρώσομενε.  Αγοράσαμενε ευτά και το βράδι  πια είπαμενε να άψομενε το τζάκι να ξεστοκοπηθούμενε.  Καμένη ώρα και φλογισμένη που κάμαμενε τέτοια απόφαση.

- Γιάντα το λες εδευτό κυρά  Μαρού;

- Άκου τα  παρακάτω κυρά Αργεντού και θα δεις. Εν επεράσανε δέκα λεφτά της ώρας και επνιγήκαμενε στους καπνούς . Ετρέχανε τα μάτια μας   καυτά δάκρυα σαν βρύσες… Μέχρι το γιατρό εκατηβήακαμενε κι εδώκαμενε κούρα για να πάρομενε ένα κολύριο. Ο κούκος αηδόνι μας εκόστισενε.  Στο γυρισμόαπέ τη χώρα μου λε ο Παναής «Ε τον απαταιώνα τον μπάρμπα Μικέ, δουλειά που μας εσκάρωσενε. Αντί ελιόξυλα μας επούλησενε πευκόξυλα. Αμέ ε θα περάσει πάλι απ΄έδωνα θα δεις ίντα α του κάμω.»

-Πω ,πω κακό που σας βρήκενε μες  το καταχείμωνο. Κι ύστερις;

- Ήτρενε η μέρα που ανηφόρησενε πάλι με το μουλάρι ο μπάρμπα Μικές.  Λέω του Παναή:  «σήκω κι ο μπάρμπα Μικές  έρκεται.» Βγαίνει όξω ο Παναής και του λέ : «Ε  μπάρμπα Μικέ έλα να ξαποστάσεις λιγάκι κι έχομενε αναμμένο και το τζάκι να ζεστοκοπηθείς , να πιείς κι ένα κονιάκι και μετά συνεχίζεις.»  Μπαίνει μέσα ο μπάρμπα Μικές  , θρονιάζεται δίπλα στο τζάκι και ο Παναής ήτρεξενε κάτω αφ το τσαρδάκι κι ήφερενε μέσα δυο πευκοκούτσουρα απ΄ευτά τα δικά του και τάριξενε στην φωτιά.

- Μη μου πεις κυρά Μαρού μου πως εγεμίσετενε πάλι καπνούς...

- Ε ίντα επερίμενες κυρά Αργεντού. Μα είχενε ο Παναής το σχέδιο του.  Μου λέ «Άντε Μαρού  μέσα στην κουζίνα να γλέπεις το τσουκάλι στη φουφού , κι ανεκάτεβέ το συνέχεια μην πιάσουνε στον πάτο τα φασούλια.» Εγώ κατάλαβα πως κάτι του τοιμάζει. Πάω μέσα κι ακούω τον Παναή να του λέ. «Μικέ κάτσε να δω κάτω από το τσαρδάκι το μουλάρι σου γιατί θαρρώ πως εν τω δέσες στη δέστρα καλά.» Βγαίνει όξω ο Παναής και γυρίζει τον φερουγκέ της πόρτας κι ήφηκενε τον Μικέ να ρουφά τους καπνούς και να τρέχουνε τα μάτια του.»   

-Κι εν ερκίνησενε ο μπάρμα Μίκες να ουριάζει;

-Ε, πως δεν ερκίνησενε. Άνοιξε Παναή  . θα λιποθυμήσω βρε αθεόφοβε..»  Ώσπου του ΄νοιξενε ο Παναής   και με πρισμένα τα μάτια του, επήρενε το μουλάρι κι έφυγενε ίσα πάνω κι άχνα εν ήβγαλενε γιατί ήξερενε τα «ογρά» του.   

-Και δεν μου λές κυρά Μαρού μου, εξαναπέρασενε απ΄εδευτού;_

-Κι αμέ σε δυο μέρες επέρασενε κι εφώναζενε πάλι για τα ελιόξυλα. Μα μόλις ήφτασενε στο καντούμι μας εσώπασενε κι επροπέρασενε το σπίτι μας  κι ήρχισενε πάλι. Και λέ ο Παναής: «Την απαταιωνιά πούχει ο μπάρμπα Μικές , ακόμη και τον Άγιο Πέτρο α κοροϊδέψει.»

-Ίντα θα πει εδευτό κυρά Μαρού;

-Θα πει κυρά Αργεντού μου , πως α πουλήσει στον Άγιο Πέτρο πευκόξυλα και θα του λε ελιόξυλα. Κι άμα καπνίζουνε θα πει  πως τα φέρενε στον Παντοδύναμογια θυμίαμα…»

- Έλα κυρά Μαρού μου,  τα παραλές.

- Ώγιεσκε . Ο μπάρπμα Μικές έδευτό α κάμει κι ας χάσει και τον Παράδεισο. Εν έχεις εσύ ακουστά ευτό που λέανε οι παλιοί; «Πρώτα βγαίνει  η ψυχή  κι ύστερις το χούι!!»

 

*ΙΑΚΩΒΟΣ Γ. ΜΠΡΙΛΗΣ

Συν/χος μαθηματικός.

Άλλες απόψεις: του Ιάκωβου Μπριλή*