
Αν και η χρήση του διαδικτύου στην εποχή μας θεωρείται πρόσφορο μέσο επικοινωνίας, εν τούτοις πιστεύω πως αυτό δεν μπορεί να αντικαταστήσει την προσωπική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων. Και επειδή ο καθένας που θέλει και μπορεί να εκφράσει άποψη και γνώμη πρέπει να το κάνει δημόσια και παρρησία, γι αυτό επανέρχομαι και ζητώ απάντηση – εξήγηση στην από 10/ 8 εκφρασθείσα άποψη – θέση αλλά και απορία. Εκτιμώ πως αυτό πρέπει να γίνει παρρησία, διότι μέσω αυτής εκφράζεται η αρχή της ελευθερίας. Επειδή όμως το θέμα ενδιαφέρει το λεγόμενο χριστεπώνυμο πλήρωμα, το οποίο σύμφωνα με την εκκλησία κινείται ή πρέπει να κινείται με βάση τη λογική του δούλου, αυτό έχει ως αποτέλεσμα μη λέγειν α τις φρονεί… Επιπροσθέτως χωρίς να θέλω να «παρερμηνεύσω» τα της Γραφής, θέλω να βάλω μάχαιραν επί καλώ και όχι προς διαίρεσιν, επί του γνωστού θέματος, δηλ. της απαγόρευσης τελέσεως γάμων στο ναό τής Παναγίας της Ρουχουνιώτισας στον Καταρράκτη, και να επισημάνω πως κάπου υπάρχει πρόβλημα το οποίο είναι ανάγκη να επιλυθεί με σύνεση και λογική. Θεωρώντας πως η λογική είναι αυτή που εξυψώνει και διαφορίζει τον άνθρωπο από τα ζώα, και όχι η υπόθεση, η φαντασία και απαγόρευση που μπορεί να φτάσει μέχρι τον…αφορισμό! Έτσι λοιπόν η απάντηση που πρέπει και αναμένεται να δοθεί πρέπει να είναι μία, ευεξήγητη αλλά και κατανοητή στους ανθρώπους που θρησκεύονται χωρίς να είναι… πνευματικώς υπανάπτυκτοι! Και για να γίνει πιστευτή είναι ανάγκη να ξεκινά και να έχει ως όργανο μελέτης τη λογική και όχι τη φαντασία την υπόθεση και το αόρατο. Γιατί οι προϋποθέσεις αυτές όσο και αν είναι κυρίαρχες στην εκκλησιαστική παραδείσια λογική, απέχουν από το δίκαιο των ανθρώπινων νόμων, που δεν είναι να μας χαρίζουν του Αβραάμ και του Ισαάκ τα καλά, αλλά να μας φυλάγουν μέσα στο μικρότερο κακό. Έτσι λοιπόν η χαρά από τη γνώση των πραγμάτων και τής σχετικότητας των αξιών, θα μας φέρει εσωτερική ηρεμία και δύναμη ώστε να μην κλείνουμε τα μάτια μπροστά στον ανθρώπινο παραλογισμό , αλλά και να μας προβληματίζει η ρήση του μαθητή της αγάπης (Ιωάννη) «Το αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε». Γιατί αν δεν συμβεί αυτό, τότε είναι καλύτερος ο πόλεμος(!) από την ειρήνη που μας απομακρύνει από τον Θεό βλ. «Κρείσσων πόλεμος ειρήνης χωριζούσης από Θεού». Ευτυχώς όμως που η λογική; αυτή δεν έχει περάσει ή δεν αναμένεται (προς το παρόν) να γίνει δεκτή στο λεγόμενο χριστεπώνυμο πλήρωμα, γιατί θα οδηγούσε σε σκοτάδι και τελικά σε όλεθρο την ανθρωπότητα. Και βέβαια εδώ δεν έχομε «χρεία μαρτύρων» γιατί μάρτυς είναι ολόκληρη η ανθρωπότητα!
Και για να αποφύγω περισσότερο ακανθώδη εκκλησιαστικά θέματα, θεωρώ αναγκαίο να παραμείνω επί του συγκεκριμένου και να ερωτήσω ευθέως πάνω στο απλό και χωρίς ιδιαίτερη εκκλησιαστική- λειτουργική αξία θέμα-πρόβλημα, το οποίο για την εκκλησία είναι αυτό της αιδούς και της σωφροσύνης (των νυμφευόμενων) που «επιβάλλεται» μέσα από τις Αποστολικές προτροπές, και να ‘πω ότι∙ η αιδώς και η σωφροσύνη δεν επιβάλλονται. Αλλά, η γνώση του καλού και του κακού ως πολιτική αρετή είναι αυτή που εξασφαλίζει την ευημερία, ωφελεί και καθιστά όχι μόνο τον άνθρωπο ευτυχισμένο, αλλά και την κοινωνία.
Ερωτώ λοιπόν ευθέως, ποιοι κανόνες απαγορεύουν την τέλεση γάμων σε εξωκλήσια και μονές (έστω και διαλυθείσες). Πότε εφαρμόζονταν οι εκκλησιαστικοί κανόνες; Τότε που επιτρεπόταν και γίνονταν γάμοι στην εν λόγω μονή (έστω και διαλυθείσα) ή τώρα που δεν επιτρέπεται.
Η λογική λέει πως οι εκκλησιαστικοί κανόνες (αν υπάρχουν και όπου υπάρχουν) δεν πρέπει να εφαρμόζονται κατά το δοκούν, αλλά ούτε και να επιβάλλονται από φόβο και αφύσικους αφορισμούς. Ιδού λοιπόν το πρόβλημα που είναι αναγκαίο να επιλυθεί «κατά τάξιν και ευσχημόνωνος» εντός της ανθρώπινης λογικής, και όχι κατά αρχιερατικήν παραχώρησιν. Δηλαδή να αντιμετωπίζεται λογικώς η συμπεριφορά των ανθρώπων, και να δίδεται λύση κατανοητή και ανθρωπίνως νοητή, που δεν θα στηρίζεται στην υπόθεση και στη φαντασία. Αλλιώς είναι διχαστική, αφύσικη, δογματική και ανθρωπίνως μη πιστική. Γι αυτό και η εκκλησία δεν ακολούθησε την άποψη του κήρυκα της παρθενίας Απ. Παύλου, με βάση την οποία θα έπρεπε να απαγορέψει τελείως τον γάμο, ενώ ο Χριστός δεν ασχολήθηκε ποτέ ευθέως με τη διαγωγή των ανθρώπων στο κρεβάτι τους.
Γιατί, αν ο γάμος είναι αναγκαίο να έχει σχέση με την βασιλεία των ουρανών και όχι με την χαράν, την ευφροσύνην και την ευτυχία στην ζωή του ανθρώπου, τότε αυτός διαστέλλεται από την ανθρώπινη φύση∙ και αυτό δεν μπορεί να θεωρείται αλήθεια η οποία έχει σχέση με τη γνώση, την ευγένεια και το αυτεξούσιο* του ανθρώπου. Τότε όμως ζυγός αυτός γίνεται ανόητος και καταφρονητέος και όχι σωτήριος (για πολλούς λόγους που δεν είναι του παρόντος).
Επιπροσθέτως να σημειώσω, μετά από σχετικές συζητήσεις επί του θέματος, πως το μυστήριο του γάμου γίνεται παντού, (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων από ζηλωτές που δεν θέλουν να δουν την πραγματικότητα) αφού είναι γνωστό τοις πάσι, πως γάμοι γίνονται «έστω και σε διαλυμένες Μονές» χωρίς τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις ζηλωτών και δούλων που έχουν ως επικάλυμμα την εν Χριστώ ελευθερίαν, ενώ παραποιούν και παρερμηνεύουν την ελευθερία των ανθρώπων οι οποίοι πρέπει να συμπεριφέρονται ως δούλοι Θεού. Ωστόσο είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε πως: ελευθερία και δουλεία είναι έννοιες αντίθετες, όσο και να προσπαθεί κανείς να τις ερμηνεύσει διαφορετικά με αφύσικες και χαλκευμένες αιτιάσεις.
Και να καταλήξω λέγοντας πως ο λόγος της εκκλησίας, είναι ανάγκη, ιδιαίτερα στην εποχή μας, να είναι ενωτικός και όχι διχαστικός. Καθότι η λαϊκή κρίση είναι ορατή και δεδομένη, ενώ η μέλλουσα (αν και δικαία) αναμενόμενη. Προσοχή λοιπόν στην χρήση της ελευθερίας που μας έδωκε ο Χριστός, αλλά και στο Δημοκρατικό πολίτευμα… Γιατί όσοι θέλουν να μείνουν δούλοι Χριστού, πρέπει να ανέχονται την ελευθερία των ανθρώπων που δεν διαπράττουν κακόν, και χωρίς να «μελετούν κενά» «ού πεποίθασιν επί ματαίοις».
Ας μη γίνωμε λοιπόν αίτιοι να στερηθούν τινές την χαρά της επίγειας ζωής.
* ρ. εξουσιάζω- αυτεξούσιο ετυμολ. (αυτός + εξουσιάζω) δηλ. αυτός που δεν εξουσιάζει τον εαυτό του (δεν είναι κύριος του εαυτού του) αλλά υπόκειται στην εξουσία άλλου και ως εκ τούτου δεν είναι ελεύθερος.
Σύμφωνα με την εκκλησία (η κατάχρηση της ελευθερίας και του αυτεξουσίου) θα φέρει την πτώση και τον θάνατο. Εδώ αναγνωρίζει κανείς την τραγικότητα τού να μην είναι κανείς αυτό που θα ήθελε, αλλά να βρίσκεται πάντα υπό την εξουσία και ουσιαστικά τις απαγορεύσεις κάποιου∙ είτε της πολιτείας ή της εκκλησίας.
Όμως η διάζευξη δεν αποτελεί το κατάλληλο όργανο μελέτης, παρά μόνο η λογική.


































