Ο πλούτος κάποτε ήταν περισσιοκουραδάτος

Σάβ, 05/11/2016 - 19:01

Είναι γνωστή η δύναμη της θάλασσας και του πλούτου που προσπορίζει στους λαούς που βρέχονται απ’ αυτήν. Εδώ όμως δεν θα ασχοληθούμε με τον πλούτο που μας παρέχει η θάλασσα, αλλά με τον αντίστοιχο που μας δίδουν τα δάση και τα βοσκήματα. Αρχίζοντας από το ρήμα βόσκω∙ αυτό σημαίνει τρέφω, φροντίζω*.

Η έρευνα όμως θα μας οδηγήσει στη βάση, η οποία κατά τον Ησύχιο δηλοί και την πορείαν και βήμα και οδόν. Παρακάτω διαβάζουμε: βάσκε∙ πορεύου, λέγε, ανάστηθι.  Εδώ προφανώς βλέπουμε μία ερμηνευτική συγγένεια με τον βοσκό ο οποίος περπατεί για να βρει τροφή για τα ζώα του. Ο βοσκός λέγεται και νομεύς (νέμω= μοιράζω, κατέχω γην). Ο ποιμήν** ετυμ. από τη λέξη ποία ή πόα που σημαίνει χορτάρι, βοτάνι… Μελετώντας τα Ομηρικά Έπη, βλέπουμε πως τα χρόνια αυτά χρέη ποιμένων εκτελούσαν τα «βασιλόπουλα», που ήσαν και υπεύθυνα για την πατρική περιουσία (βλ. Πάρις, Αινείας κ.α). Αργότερα όμως στην εργασία αυτή εργάζονταν άνθρωποι έμπιστοι του σπιτιού***.  Αντιλαμβάνεται κανείς πως η υπεύθυνη αυτή εργασία και η εποπτεία των ποιμένων εγέννησε την έκφραση «ποιμήν λαών» για τον βασιλιά, τον ηγέτη, τον αρχηγό…

Ο Όμηρος, προκειμένου να μας πει για τα πλούτη του Οδυσσέα, βλέπουμε ό,τι αναφέρεται μόνο στα κοπάδια του. Στην αγέλη (άγω + είλω[στρέφω]) που είναι το κοπάδι βοδιών, και ο βοσκός της λέγεται βουκόλος (βούς + κολέω ή πολέω = τριγυρίζω). Στο συβόσιον (συς δηλ. γουρούνι + βόσις= βοσκή) ο βοσκός τους λέγεται συβώτης. Αιπόλιον (αίξ-αιγός + πολέω) ο βοσκός τους είναι ο αιπόλος.

Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως ο κάτοχος ή ο ιδιοκτήτης κοπαδιών ζώων, «η κτήσις βοσκημάτων» αλλά και η «κτήσις γης» ήταν στοιχεία πλούτου – περιουσία, από την χρήση της οποίας μπορούσε όχι μόνο να ζήσει κανείς, αλλά και να πλουτίσει, πουλώντας εκτός των άλλων και το μαλλί τους, από την κουρά των οποίων γινόταν «περισσιοκουραδάτος». Αυτά λοιπόν ήταν τα ευλογημένα κοπάδια – κουράδια, που ο Αριστοτέλης αναφέρει ως στοιχεία πλούτου μαζί με τα νομίσματα και όσα αναφέραμε παραπάνω .

Τέλος, θα αποτελούσε παράληψη να μην επισημάνουμε πως η λέξη πόκος (ποκάρι) σημαίνει μαλλί, το οποίο όπως προείπαμε αποτελούσε στοιχείο πλούτου. Με το σκεπτικό αυτό οι Ρωμαίοι ονόμασαν τα χρήματά τους “pecunia” (ρ. πέκω λατιν. peco) πρβλ. και τα…μάγκικα «μπικικίνια», αλλά και την έκφραση «πόσο πάει το μαλλί;» Βλ. και τον ύμνο προς την Παναγία «χαίρε ο πόκος ο ένδροσος…» ο οποίος σημαίνει  τον πλούτο ο οποίος φέρνει δροσιά και ευτυχία, όχι όμως με βάση τα ανθρώπινα μέτρα…

 

Αναγκαίες σημειώσεις- επισημάνσεις

* Να σημειώσουμε πως την εποχή για την οποία μιλάμε, ο πρωτότοκος γιός τής κάθε οικογένειας ελέγετο «γηροβοσκός» διότι είχε την υποχρέωση να τρέφει και να φροντίζει τους γέροντες γονείς του. Σε αντιστοιχία σήμερα έχουμε τα γεροβόσ(κ)ια, τα οποία είναι συνήθως κτήματα (που «κρατάνε» και δεν διαθέτουν οι γονείς), από την παραγωγή ή την εκμετάλλευση των οποίων ζούσαν στα γεράματα.

** Ο πλούτος και η εκφραστικότητα της Ελληνικής γλώσσας, μας οδηγούν στην επισήμανση πως η σχέση του ποιμένος και της ποίησης βρίσκονται στην ίδια την ετυμολογική ρίζα τους∙ δηλ. «εφύτρωσαν» μαζί. Καθ’ ότι ο αρχαιότερος τύπος της ποίησης είναι πόησις (λατ. poesis), και ο ποιητής είναι ποητής (λατιν. poeta) δηλ. δημιουργός που αντλεί από τις ίδιες ρίζες….

*** Γνωστός είναι ο συβώτης Εύμαιος, ο οποίος απευθυνόμενος στον «κύριό» του τον Τηλέμαχο έπεα πτερόεντα προσηύδα: «ω φίλε, εγώ μεν άπειμι, φυλάξων σον και εμόν βιοτόν» (ρ 593) Δηλ. πάω να φυλάξω το δικό σου και το δικό μου βιός. Προηγουμένως (π,10 κ.ε) βλέπουμε τον Εύμαιο να καλωσορίζει τον Τηλέμαχο «ο δε, αντίος ήλθεν…κύσσε δε μιν» δηλ. τον εφίλησε κεφαλήν δε άμφω φάεα (μάτια)…

Να σημειώσουμε ακόμα, πως, ποιμένες λαών ήταν: για τους Μυκηναίους ο Αγαμέμνων, για τους Αθηναίους ο Μενεσθεύς, για τους Πυλίους ο Νέστωρ, για τους Κεφαλλήνες ο Οδυσσεύς, για τους Κρήτες ο θεϊκός Ιδομενεύς… 

 

                                                                                                      knafpl@hotmail.com

   

 

 

Άλλες απόψεις: Του Κ. Α. Ναυπλιώτη