Σε λίγες μέρες ξεκινάει η νέα σχολική χρονιά με τους εκπαιδευτικούς ,τους μαθητές και τις οικογένειες τους να βρίσκονται σε στάδιο προετοιμασίας. Οι εκπαιδευτικοί ,ειδικότερα οι νεοδιόριστοι και οι αναπληρωτές, μετά την αρχική χαρά της πρόσληψης προσγειώνονται στην πεζή πραγματικότητα. Για τους περισσότερους αρχίζουν τα πρακτικά θέματα , το ψάξιμο σπιτιού, η εγκατάσταση στον τόπο διορισμού και η επιβίωση με ένα μισθό κάτω των 800 ευρώ. Αυτή είναι η αληθινή όψη του ονείρου που κυνηγούσαν για χρόνια, πηγαίνοντας από το ένα μέρος στο άλλο, σπουδάζοντας ,παίρνοντας μεταπτυχιακά τα οποία αναγκαστικά ακριβοπλήρωσαν, για να ανέβουν στον πίνακα και να καταφέρουν να διοριστούν. Από τον αγώνα για τον διορισμό τώρα ο αγώνας για την επιβίωση, έρχεται να επιβεβαιώσει τον τρόπο που αντιμετωπίζονται πραγματικά οι εκπαιδευτικοί από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, αλλά και η εκπαίδευση γενικότερα. Ακούμε από την κυβέρνηση μεγάλα λόγια, δηλώσεις σπουδαίων επιτευγμάτων ,για την φοβερή αναβάθμιση στην εκπαίδευση-ειδικότερα στην επαγγελματική και στις ΣΑΕΚ .Τελικά όμως σύμφωνα με τα δεδομένα, πως θεωρούν ότι αναβαθμίζεται η εκπαίδευση; Στο δικό τους μυαλό και στην δική τους οπτική, θεωρείται αναβάθμιση η αποστολή sms για την γνωστοποίηση της σχολής που πέτυχαν οι υποψήφιοι, η αλλαγή ονόματος των πρώην ΔΙΕΚ σε ΣΑΕΚ , η επαναφορά των μέγιστων ποινών στους μαθητές, και άλλα παρόμοια που το μόνο που εξυπηρετούν είναι το «φαίνεσθε» και η ωραιοποίηση, μιας δεδομένης άλλης κατάστασης. Ουσιαστικά, είναι άλλη μια προσπάθεια να μας πείσουν ότι νοιάζονται. Αυτή η συζήτηση δεν είναι σημερινή και αφορά όλες τις κυβερνήσεις και τον τρόπο που επέλεξαν να ασκήσουν την εκπαιδευτική πολιτική. Η πραγματική εικόνα είναι αυτή που ήταν και πριν 10 ή και παραπάνω χρόνια με μόνη θετική διαφορά τις μόνιμες προσλήψεις εκπαιδευτικών, κάτι όμως που δεν θα έπρεπε να αναφέρεται ως αποτέλεσμα του μεταρρυθμιστικού έργου, αλλά ως υποχρέωση της εκάστοτε κυβερνήσεως. Πραγματική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και νοιάξιμο για την ποιότητα εκπαίδευσης που παρέχεται, θα ήταν η παροχή ισότιμα όλων όσων δικαιούται τα παιδιά αλλά και οι εκπαιδευτικοί. Πως γίνεται, να συνεχίζεται να έχουμε σχολεία με τόσες ανεπάρκειες, κτιριακές όσο και υλικοτεχνικές σε σημείο να μην μπορεί να γίνει το μάθημα όπως πρέπει και από την άλλη η κυβέρνηση να επιχαίρει για την ενίσχυση των σχολείων με τους διαδραστικούς πίνακες και για το ψηφιακό φροντιστήριο. Πως γίνεται, να κάνουν μάθημα μέσα σε προκάτ 27 μαθητές και να μη μπορούν να κουνήσουν .Το πιο τραγελαφικό είναι, όταν αυτό συμβαίνει σε εργαστήρια ειδικοτήτων στην επαγγελματική εκπαίδευση, για την οποία τόσο πολύ «νοιάζονται», αλλά οι απόφοιτοι δεν έχουν πάρει την εκπαίδευση και τα εφόδια που πρέπει. Ζούμε σε μια πραγματικότητα όπου το ελάχιστο βαφτίζετε μέγιστο, το απαραίτητο και φυσιολογικά δεδομένο ως μεγάλη παροχή ,αλλά η πραγματική εικόνα απέχει πολύ. Η Αλήθεια είναι ότι η παιδεία στην χώρα μας υποτιμάται, όπως και οι εκπαιδευτικοί απαξιώνονται αφού αντιμετωπίζονται σαν «φτωχός συγγενής», με τους εξευτελιστικούς μισθούς που παίρνουν και σαν να μην έφταναν αυτά έχουμε την αξιολόγηση-σε πολλές περιπτώσεις γίνεται από εκπαιδευτικούς άλλων ειδικοτήτων- και την γραφειοκρατία. Όλα αυτά ευτελίζουν το παιδαγωγικό έργο και την ουσία της παιδείας. Το σχολείο από χώρος μάθησης, αλληλεγγύης και κοινωνικοποίησης – βιάστηκαν να πετάξουν την κοινωνιολογία και τα καλλιτεχνικά-,βαφτίστηκε σε χώρο «εξωστρέφειας», όπου κυριαρχούν οι φωτογραφίες και οι αναρτήσεις για να βλέπουν όλοι πόσο καλό έργο γίνεται. Κάπως έτσι, η μάθηση πάει στην άκρη και κυριαρχεί ο ανταγωνισμός, το φαίνεσθε. Κάπως έτσι η Δημόσια δωρεάν παιδεία αντί να γίνεται καλύτερη προς όφελος των μαθητών, ανταγωνίζεται την ιδιωτική εκπαίδευση, στην βιτρίνα και όχι στην ουσία.
Ευαγγελία Μανιτσούδη-εκπαιδευτικός