Ημέρες κορωνοϊού, ημέρες περισυλλογής

Τρί, 28/04/2020 - 17:24

Αν τα προβλήματα τού κόσμου δεν σε οδηγήσουν στη φιλοσοφική* σκέψη ως διαδικασία προς τη συγκροτημένη σκέψη που οδηγεί στην επιστημονική γνώση, τότε, τα όποια προβλήματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν περισσότερο για να εντυπωσιάσουν την κοινή γνώμη. Γι αυτό χρειάζεται πάνω απ’ όλα να κατανοούμε περί τίνος πρόκειται από επιστημονικής πλευράς, πριν βγάλουμε εσπευσμένα ηθικά συμπεράσματα, τα οποία θα μας χώριζαν εύκολα. Αυτό όμως που εύκολα μπορεί κάποιοι να συσχετίσουν, είναι, πως οι μέρες που ζούμε σήμερα θυμίζουν τις κατά Ιωάννην “μέρες Αποκάλυψης”! Ωστόσο, στην ουσία, τις μέρες αυτές πρέπει να τις δούμε όχι ως φυγή από το παρόν, καταφεύγοντας σε ένα άγνωστο μέλλον στο οποίο θα ανατρέπονται οι σημερινές δομές τού κόσμου και μια δύναμη θα εγκαθιστά την οριστική τάξη των αξιών. Γιατί στην άποψη – θέση αυτή υπάρχει μεγάλη φόρτιση ουτοπίας, στην οποία δεν υπάρχει ή είναι δύσκολο να υπάρξει ανθρώπινη δύναμη ικανή να αντισταθεί στην “στενομυαλιά” που οδηγεί τον πιστό στην αναμονή τού τέλους και τη λαχτάρα τής σωτηρίας. Η άποψη αυτή η οποία προέρχεται από τον φόβο μιας μελλοντικής κρίσης που προσδοκάται, βασίζεται στην ελπίδα και στην ενδεχομενικότητα κάποιων “γεγονότων”. Πιστεύω όμως πως όταν φτάνει η στιγμή τής πράξης οι άνθρωποι πρέπει όχι μόνο να σκέφτονται, αλλά να δίνουν και το ίδιο νόημα στις σκέψεις αυτές, όταν μάλιστα θέλουμε να προαγάγουμε σημαντικές αξίες για την ανθρωπότητα. Αγνοώντας τα “γλωσσικά παιχνίδια που ενδεχομένως δημιουργούν παρανοήσεις και μύθους”. Όσο και αν αυτό που ζούμε μας προκαλεί έντονες ανησυχίες φόβου, αυτό δεν πρέπει να γίνει αιτία για παλινδρόμηση ή φυγή προς κάποιο μέλλον όπου όλα θα είναι “καλά λίαν”. Εδώ τίθεται ή μάλλον παραμένει το ερώτημα: αν είναι η φυσική ζωή που μετράει, ή η ζωή που τα εκκλησιαστικά κείμενα μεταδίδουν· τα οποία βέβαια είναι δομημένα πάνω στην αποκαλυπτική λογική τού δόγματος. Η οποία δείχνει – σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία- και την εκκλησιαστική δογματική βασίζεται πάνω σε “μεταφυσικές αρχές”, που οι λάτρεις τής “αιωνίου ζωής” τις θεωρούν περισσότερο, όχι ως φυσικές αρετές αλλά κυρίως ως αρετές δοσμένες “άνωθεν”.

Για παράδειγμα, ο άνθρωπος – χριστιανός που δεν είναι ηθικός, αλλά “αγαπάει” τηρώντας τη θεϊκή εντολή, είναι αμφίβολο αν θα το έκανε αυτό, αν δεν ήθελε να αποφύγει την κοινωνική αποδοκιμασία⁕. Ουσιαστικά λοιπόν η πίστη είναι ένα προβληματικό θεμέλιο της ηθικής πάνω στο οποίο μπορεί κανείς να διακρίνει την αξία της χριστιανικής εξουσίας. Να σημειώσουμε εδώ πως ένα από τα ωραιότερα κείμενα τής εκκλησιαστικής γραμματείας, είναι ο “Ύμνος της Αγάπης” στην προς Κορινθίους Α’ επιστολή του Παύλου. Ωστόσο τα “αγαπάτε τους εχθρούς υμών”, ή το “ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς”, δεν γνωρίζω πως μπορεί να συμβούν στην παρούσα ζωή. Όμως “βεβαιώνεται” πως αυτά θα παίξουν ρόλο και “θα συμβούν” σε μια “μέλλουσα ζωή” στην οποία θα κριθούμε κατά τα έργα μας, που βέβαια δεν θα υπάρχει κανείς που να μας επιβεβαιώσει τα αποτελέσματα τής κρίσεως.

Να σημειώσουμε ακόμα πως για μας τους θνητούς το να θέλουμε το καλό κάποιου άλλου, είναι φυσικό να θέλουμε να μην πεθάνει, αλλά να ζήσει... χίλια χρόνια! Δεν μπορεί όμως να καταλάβει κανείς την θεϊκή εντολή; παρότρυνση; από έναν ανθρωποκτόνο Θεό που μας καλεί κοντά του, (άραγε πού;) ουσιαστικά θέλοντας το θάνατό μας. Αν και αυτό είναι αμφισβητήσιμο, εξ ίσου κατακριτέο είναι να λέμε περισσότερα από αυτά που πραγματικά γνωρίζουμε. Επί πλέον φρονώ πως η αγενέστερη λέξη και θέση, είναι περισσότερο ευπροσήγορη και έντιμη από τη σιωπή. Έτσι ο άνθρωπος που υποτιμά τον βασικό ρόλο της σκέψης στην καθημερινή ζωή γίνεται “στενόμυαλος”, αντιλαμβάνεται τα πράγματα μεροληπτικά, υποκειμενικά, δηλαδή μονόπλευρα... και μόνο η χαρά από τη γνώση των πραγμάτων, η εσωτερική ηρεμία από την ανακάλυψη τής αυταπάτης μας, της σχετικότητας των αξιών, μπορεί να μας βοηθήσει στην αξιοποίηση τής ζωής βάσει της εμπειρίας που οδηγεί στην αυτογνωσία, μακριά από τα άκρα της ευπιστίας και της απιστίας. Όχι μόνο οι δραστηριότητες τού ανθρώπου αλλά και οι διαθέσεις του, δημιουργούνται και επηρεάζονται – δυστυχώς- περισσότερο από τη διατηρημένη γνώση και τις διαπιστώσεις του που έχουν σχέση με τις προκαταλήψεις που επηρεάζουν άμεσα τη ζωή μας. Ωστόσο, το νόημα τής ζωής βρίσκεται μέσα στις ψυχικές** σχέσεις και όχι στον απομονωτισμό του ατομικού ψυχισμού. Αυτό μας οδηγεί στο να σκεφτούμε πως η βιολογική και κοινωνική συνύπαρξη με πολλά άτομα απαιτεί να αντικατασταθεί ο ατομικός λόγος από τον κοινωνικό διάλογο· γιατί έτσι μόνο μπορούμε να επιτύχουμε την ομαλή κοινωνική συμβίωση, γνωρίζοντας παράλληλα πως η αλήθεια δεν αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο ή κτήμα κανενός, ούτε είναι κάτι που παραμένει για πάντα.

Έτσι ο μόνος τρόπος για να απαλλαγεί κανείς από “αναμφισβήτητους” κανόνες που έχουν δημιουργηθεί από αμφισβητήσιμες θεωρίες, είναι να αμφιβάλλει…. Με τις επιλογές μας ερχόμαστε σε θέση να σηκώσουμε το βάρος και την ευθύνη των όποιων αποφάσεών μας, και αυτό αποτελεί στοιχείο τής ελευθερίας μας. Ωστόσο μπορώ να πω***, πως το στοιχείο αυτό της “πνευματικής ελευθερίας” που δεν σχετίζεται με την αγιοσύνη τής εκκλησιαστικής – θρησκευτικής ελευθερίας γεννήθηκε όψιμα και αργά· γιατί τόσο αργά “έβαλα γνώση” και αυτό από την εμπειρία. Γιατί από κληρονομικότητα;...

 

 

Σημειώσεις – επισημάνσεις - προσθήκες

 

* Ίσως θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως, λέγοντας Φιλοσοφία δεν εννοούμε αυτό που πιθανόν κάποιοι πιστεύουν δηλ. ...λόγια τού αέρα! Και να πούμε πως πέραν από το αρχικό “θαυμάζειν”, είναι και αυτό που είπε ό Πλάτων, όταν παρουσιάζει τον Σωκράτη να λέει: “Φιλοσοφοῦντα με δεῖ ζῆν καί ἐξετάζοντα ἐμαυτόν καί τούς ἄλλους” (Πλ. Απολ. 28 Ε).

δηλ. με την φιλοσοφία ζω και εξετάζω τον εαυτό μου και τους άλλους. Έτσι λοιπόν πρέπει να θεωρούμε και τις σχέσεις των εννοιών Φαίνεσθαι και Είναι τις οποίες ο Πλάτων τις χαρακτήρισε ως διαλεκτικές και μέθοδο για την αναζήτηση τής αλήθειας προκειμένου να εξάγουμε ασφαλή συμπεράσματα. Κατ’ αυτό τον τρόπο συμπεραίνουμε πως οι έννοιες είναι σχετικές και όχι απόλυτες.

Και συμπληρώνοντας την επισήμανση που έχουμε κάνει σχετικά με το τί είναι φιλοσοφία, να πούμε πως η σημερινή φιλοσοφική σκέψη έχει αποδεσμευτεί από το σχολαστικισμό τη μεταφυσική και το “θαυμάζειν” -συμπορεύεται δε με τη μαθηματική σκέψη και επιστήμη μακριά από παραχαραγμένες έννοιες όπως “ψυχή”, “αμαρτία”, “αλήθεια”, “αιώνια ζωή”...

Επί του θέματος να αναφέρουμε πως η φιλοσοφική σκέψη έχει άμεση σχέση με την ελευθερία- η οποία κατά τον Όργουελ “είναι το δικαίωμα να λες στους ανθρώπους αυτά που δεν θέλουν να ακούσουν”.

Αν και πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη η “άποψη τής κοινωνίας”, εντούτοις, όχι για να μας κάνει “καλούς ανθρώπους”, “ευεργέτες”, ή “ωραίες ψυχές” που συγκαλύπτουν την αλήθεια και λειτουργούν υπέρ τής διατήρησης τής “καθεστηκυίας τάξης” οι οποία στηρίζεται στην ευσπλαχνία & στον οίκτο, δόλια και σε βάρος τού μέλλοντος, όχι βέβαια ως ανθρώπινης επιλογής αλλά υπέρ της διαιώνισης τής εκμετάλλευσης, εν αναμονή της “βασιλείας των ουρανών” και μιας δήθεν αθανασίας μέσω μιας “αθάνατης ψυχής” η οποία και θα δικαιολογεί την Ανάσταση τού ανθρώπου.

** Η ψυχή δεν πρέπει να συσχετίζεται με κάτι το υπερβατικό και απρόσιτο, αλλά όπως οι αισθήσεις π.χ η όραση & η ακοή αποτελεί πηγή γνώσης. Η αξία που προέρχεται από τη νόηση θεωρείται ως αναγκαία προϋπόθεση της γνώσης των αισθητών, τουλάχιστον για ανθρώπους που δεν είναι ακαλλιέργητοι και ανόητοι, γιατί οι “ἀξήνετοι” έχουν “βάρβαρον ψυχήν” και δεν κατανοούν την ουσία των πραγμάτων. Κατά τον Αριστοτέλη, η ψυχή είναι η αρχή της ζωικής λειτουργίας που κάνει το σώμα να τρέφεται και να μεγαλώνει. Αυτή είναι η “Εντελέχεια” (βλ. Αριστοτέλους “Περί ψυχής).

Επί του θέματος ο Επίκουρος μάς λέει πως η ψυχή μας “διαλύεται” δηλ. πεθαίνει μαζί με το σώμα. Ωστόσο ο άνθρωπος επιθυμεί την αθανασία από εγωισμό;, συμφέρον;, παραφροσύνη;, αμετροέπεια;, και χωρίς να γνωρίζει, θυσιάζει την μοναδική ζωή που υπάρχει, στο βωμό μιας καλύτερης ζωής μετά θάνατον, την οποία δεν μας διασφαλίζει ούτε μας εγγυάται η εμπειρία μας.

* * * Είναι σίγουρο πως η κληρονομικότητα στην περίπτωση αυτή (τουλάχιστον όσον προσωπικά με αφορά) δεν παίζει ή δεν έπαιξε κανένα ρόλο, ή τουλάχιστον δεν έμεινε “ἄχρι τέλους”. Αυτό που έμεινε μέχρι το τέλος, είναι το να θυμάμαι από τα 13 μου χρόνια τούς “μικρούς προφήτες” που είναι: Οσιέ, Αμώς, Μιχαίας, Ιωήλ, Οβδιού, Ιωνάς, Ναούμ, Αββακούμ, Σοφονίας, Αγκαίος, Ζαχαρίας, Μαλαχίας. Και αυτό γιατί κάποιοι προσπάθησαν και εν πολλοίς πέτυχαν, να δημιουργήσουν μια κοινωνία δομημένη πάνω σε χριστιανικά πρότυπα. Έτσι έφτασα μέχρι την Πέμπτη Γυμνασίου και δεν γνώριζα ή και αμφέβαλα αν ο Σωκράτης είναι ο ίδιος με τον Ισοκράτη!… Ή ότι, αν και είχα τελειώσει το Γυμνάσιο, δεν γνώριζα τίποτα ή δεν είχα ακούσει τίποτα για τους “Ρώσους κλασικούς”. Βέβαια αυτό είναι τού ίδιου παπά ευαγγέλιο και όχι αλλουνού(!) η ανάμνηση τού οποίου πέραν από την ενόχληση, επιδρά και βιωματικά ως πυορροούσα λαβωματιά που θέλει δύναμη και κουράγιο να την γιατρέψει κανείς.

Να συμπληρώσω, διευκρινίζοντας, πως τη φράση “γηράσκω αἰεί διδασκόμενος” που μέχρι πρότινος πιστεύαμε πως την είπε ο Σωκράτης, ανήκει στον αρχαίο νομοθέτη Σόλωνα έναν από τους 7 σοφούς (που έζησε 100 χρόνια πριν από τον Σωκράτη). Η ακριβής έκφραση του Σόλωνα είναι: “Γηράσκω δ’ αἰεί πολλά διδασκόμενος” δηλ. γερνάω μαθαίνοντας ολοένα και περισσότερα.

                                                            

knafpl@hotmail.com
   
 

 

Άλλες απόψεις: Του Κ. Α. Ναυπλιώτη