Το κολατσιό μου από τότε που μπήκα στην αυτοπειθαρχία της ελεύθερης κατάδυσης είναι ψωμί και ελιές, όπως και του αναχωρητή της Σκύρου, επιδραστικού συγγραφέα της υποβρύχιας ψαροσύνης, φίλου μου Ιωάννη Βλάχου. Εμένα μ’ αρέσουν πικρές. «Πικρές στο στόμα, γλυκές στην καρδιά», όπως το διατύπωσε η αείμνηστη Πυργούσεννα κυρα-Ρήνη Κούγιαβλου, διαθέτοντας υποθάλπουσα κατανόηση ότι οι πράσινες ελιές έχουν πολυφαινόλες κάργα! Το μόνο πρόβλημα παρέμενε το νάτριο αλλά το έσωσα παρασκευάζοντας τις ελιές στο μπουκάλι με μόλις μισή κουταλιά του γλυκού άλας.
Καθώς διαχειρίζομαι τον ξηρικό ελαιώνα στην τοποθεσία «Χοιρομάλος» Πυργίου, ετοίμασα σήμερα κάμποσα μπουκάλια με μαύρες ελιές Καλαμών για την αγαπημένη γειτόνισσα στο σχολείο και ιδιοκτήτρια κα Πόπη Γαλανού. Ο καλόπιστος παρατηρητής μπορεί να διακρίνει πώς κατόρθωσε ο διαχειριστής να σμικρύνει, έστω προς το παρόν τουλάχιστον, τις σφοδρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και της μεγάλης λειψυδρίας και έτσι να απολαύσει η κα Πόπη μια μεγαλόκαρπη ελιά βιολογικής καλλιέργειας με τις τυπικές αρετές της ποικιλίας, την λεία επιφάνεια και την εύσαρκη, πικάντικη ψίχα.
Όταν πρωτόπιασα αδόκητα τον ελαιώνα πριν κάμποσα χρόνια, θυμάμαι την απογοήτευσή της, ένα μακρόσυρτο «ωωωώ»! Ήθελε απλώς να δει αν θα είχε ελιές για τον επικαρπωτή αλλά ο ελαιώνας φαινόταν να έχει αφεθεί στην τύχη του- περικυκλωμένα τα λιόφυτα που είχε φυτέψει ο κύρης της από αγρέλους, οι σπαραγγιές είχαν μετατραπεί σε αναρριχώμενες, είχε να κλαδευτεί χρόνια και το τελευταίο κλάδεμα που είχε υπάρξει ήταν «κατεδαφιστικό» με αποτέλεσμα να έχουν μουρλαθεί οι ελιές στα άναρχα «λαίμαργα».
Μου πρότεινε «να το πιάσω» και σήμερα που συμπληρώνονται 5 χρόνια από την πρώτη εκείνη επίσκεψη, 5 χρόνια αναγεννητικής γεωργίας στον Χοιρομάλο, θα επιχειρούσα μια τολμηρή αναλογία με τα φρέσκα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ του οποίου είμαι και παραμένω μέλος.
Αλλά πρώτα θα περιγράψω τι ΔΕΝ έκανα στον παρατημένο ελαιώνα! Σε αντίθεση με την παρότρυνση της ιδιοκτήτριας να πραγματοποιήσω κι εγώ άλλο ένα «ριζοσπαστικό» κλάδεμα, αφαιρώντας όλο τον θόλο του πυκνοφυτεμένου περιβολιού, διαισθητικά αρνήθηκα ένα αυστηρό κλάδεμα που θα καθαιρούσε πάνω από ένα 30% της κόμης. Επρόκειτο για μια βαθιά παιδαγωγική αντίληψη που κυβερνά σταθερά τι σημαίνει αξιοβίωτη ζωή. Ας τονίσω εδώ ότι μειδιώ ειρωνικά στην πρόταση να αγοράσω «γυμνό» χωράφι να το φυτέψω ελιές. Κάθε πρωινό Κυριακής την διατυπώνει με αξιοσημείωτη σταθερότητα ο αυτόχθων συνάδελφος Η. Ρ. Κάποτε συγκατένευσα και του απάντησα ότι όποιος περνά από τον Ανέμωνα μπορεί να δει την τύχη ενός τέτοιου εγχειρήματος: Aνάθεμα κι αν έχει πάρει ο στωικός καλλιεργητής ένα κιλό λάδι στα 15 χρόνια φύτευσης.
Αξιοβίωτη ζωή σημαίνει για μένα να παλέψεις με «στραβά κλήματα» χωρίς ντε και καλά να τα ξεριζώσεις. Και η μετατροπή ενός υποβαθμισμένου ελαιώνα σε παραγωγικό είναι μια παρόμοια πρόκληση σε αυτούς που επιμένουν να ψαρεύουν σε τρικυμισμένες θάλασσες ή να απολαμβάνουν όταν τους πέσει μια δύσκολη τάξη στο σχολείο. Ίσως, στην ίδια κατηγορία με αυτούς που είχαν την τόλμη να μείνουμε στην Ευρώπη και να μη διανείμουν το πλεόνασμα των 40 δις σε εκλογικά διαολοσκορπίσματα.
Η αλλαγή έχει καμπές αλλά βασικά είναι μακροχρόνια. Και είναι εργώδης! Και αλλοίμονο, είμαι τραγικά ακαμάτης. Κανονικά, όλη την Άνοιξη πρέπει να είμαι στον ελαιώνα, να κόβω όλα τα ξερά κλαδάκια με το κλαδευτηράκι. Τουλάχιστον όμως προσέχω την βιοποικιλότητα στα χόρτα, εκτελώντας διπλή και τριπλή κοπή με χορτοκοπτικό, ειδικά με το ξεκίνημα του καλοκαιριού ώστε η πεσμένη θημωνιά να επιτρέπει στο έδαφος να μη στρεσσάρεται από τους συνεχείς καύσωνες. Τρίτο, αλλά εξίσου σημαντικό, ακολουθώ την πρόταση του αρχαίου Φυσιοδίφη της Ρωμαϊκής εποχής Πλήνιου που συμβούλευε να μη ραβδίζουμε «ούτε να κουνάμε» τις ελιές αν θέλουμε υγιή δέντρα. Χρησιμοποιώ χτενάκι και σκάλα σε πυκνά εναλλασσόμενες θέσεις και σπάνια έχω λιγότερη ανάκτηση καρπού από 90%. «Ας φάνε και τα καημένα τα πουλάκια!» όπως πρότειναν και οι πανέξυπνες παλιές αγρότισσες όταν έβλεπαν, προς το σούρουπο, τον σύντροφο άνδρα ραβδιστή σε ανελέητο κοκκολόϊ.
Το ίδιο και τα πολιτικά κόμματα: Ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, το 1974 στο συνέδριο της Χαλκιδικής, είχε περιγράψει με έξοχα λιτό τρόπο πόσα κόμματα χωρούν στην ελληνική πολιτική σκηνή και ότι αυτά οφείλουν να αντιπροσωπεύουν συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων. Για αυτό η αγαπημένη ατάκα της πιο δημοφιλούς ταινίας του Σταύρου Τσιώλη («Ας περιμένουν οι γυναίκες»-για όσους δεν την έχουν δει υπάρχει εκτενής αναφορά στο Συνέδριο της Χαλκιδικής) σήμερα ηχεί σαρδόνια, όπως περίπου η παιδική παραδοσιακή ροκάνα:
«Ο Σκαρτάδος, οι αγροκαλλιεργητές από τη Λακωνία και ο ορισμός του πέναλτι, κυρία μου..!»