ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑ, με Χιώτικη ντοπιολαλιά

Δευ, 03/03/2025 - 19:54

 

                            3.      Σεισμός εγίνηκενε  μα ……«εμένα τώρα άλλο μου γυαλίζει».

-Ξύπνα Κατινιώ και γίνεται σεισμός. Εν τω πήρες είδηση να βγομενε όξω πριν μας πλακώσει η σκεπή πούναι και παλιά.

-Ναι γιαγιά Βγερού ,αμέσως,   μα κάτσε ν΄ανοίξουνε τα μάτια μου.Ποια μάτια σού άρπαξε απ΄το κανεπεδάκι τον μποξά μου να τον ρίξω στην πλάτη ,βάλε κι εσύ κάτι τις απάνω σου. Ακούς;

-Εμπρός γιαγιά, πάρε το μποξά και πάμενε γρήγορις όξω εδεκεί στην πεζούλα α κάτσομενε ως να φέξει.

Μα εν εντύθηκες βρε Κατινιώ μα θε νάβγεις έξω με το κοντοβράκι σου κι όξω στήθια;

-Ε καλέ γιαγιά νυχτιάτικα μεσ΄το σεισμό ίντα γυρεύγεις; Έλα α σε πιάσω αγκαζέ να κατήβομενε το τσαρδάκι. Να, γιάδε κι ο Λιωνής εκατήβηκενε κι έρκεται προς την πεζούλα μας.

-Ε να ευτά που σου λέω , τώρα ευτός θα σε φα με τα μάτια του πούναι και ανοιχτομάτης.

- Ε Λιωνή ήνιωσες το κούνημα κι ήβγες;

-Ε ναι θειά Βγερού, ας κάτσομενε εδωνά  καμπόση ώρα και  γιαε κι ένα φεγγάρι ολοστρόγγυλο , πεντακάθαρο, γυαλιστερό,  μα εμένα κι  άλλο μου γυαλίζει…

-Ηγού βρε Λιωνή , έκεινα γυαλίζει κι ένα τζάμι και θαρρούσα πως έρκεται κατά δω κι άλλος.

- Ναι κυρά Βγερού μου γυαλίζει και το τζάμι, μα εμένακι άλλο μου γυαλίζει…

-Αχ , πέστο μας  ντε ίντα  σου γυαλίζει;

-Ευτό τώρα ε λέγεται.  Ελα θειά  Βγερού α κάτσομενε κι οι τρεις στην πεζούλα μα στη μέση α βάλομενε το Κατινιώ για να το προσέχομενε πιότερο εμείς οι μεγαλύτεροι. Εσύ Κατινιώ ίντα λες συμφωνείς;

-Ε ας κάτσομενε όπως το λέτενε Λιωνή γιατί εγώ είμαι αλαφροντυμμένη και κρυώνω και νυστάζω και α κουμπήσω μια απ΄εδώ σε σας μια απ΄εκεί στη γιαγιά και α τον πάρω ως τα χαράματα.

-Ίντα λες μωρή κόρη , είσαι στα σύγκαλά σου, α κάτσεις εσύ στη μέση δίπλα στο Λιωνή νυχτιάτικα που ναι κι ανύπαντρος;

-Ε πως όχι θειά Βγερού, αφού έτσινα θέλει το Κατινιώ, εμείς α της χαλάσομενε το χατήρι της;

-Καλά , α μην το χαλάσωμενε  μα εσύ Λιωνή τα κουλά σου μακριά αφ το Κατινιώ μου.

Έτσι εγίνηκενε κι εκαθίσανε  αράδα στηνπεζούλα, ο Λιωνής, το Κατινιώ κι η θειά Βγερού. Κοντά  στα χαράματα σηκωθήκανε  οι δυό λέοντας στη γιαγιά βγερού πως ηπιάστηκενε το πλευρό τος και πάνε ένα μικρό σεργιάνι… ¨ηφεξενε κι ο καθένας τράβηξε στη δουλειά του.

 Το άλλο βράδι να ο Λιωνής στη μια τη νύχτα και κτυπά απαλά το παραθύρι του  Κατινιού.

-Ε Κατινιώ μόλις  εγίνηκενε πάλι  σεισμός τον ήκουσες;

-Όχι Λιωνή, μα αν ήγινενε  α βγω όξω πάλι.

-Ναι μα μη ξυπνήσεις τη θεία και την αναστατώσομενε.

-Εντάξει, εκείνη ρουχαλίζει κι  εν επήρενε χαμπάρι.

-Πολύ καλά για έβγα όξω α τα πούμενε γι δέκα λεπτά.

Το ίδιο γίνηκενε κάμποσες βραδιές ώσπου μια απ΄όλες επήρενε χαμπάρι η θειά  πως λείπει η  Κατινιώ…

  • Ε Κατινιώ τα βράδια ξεπορτίζεις;

-Όχι γιαγιά μα κάμνει μικροσεισμούς και βγαίνω όξω και κάθομαι με το Λιωνή στην πεζούλα και γλέπομενε το φεγγάρι που γυαλίζει.

 Μια άλλη μέρα,  ρωτά η Βγερού τη γειτόνισσά της την Αργεντού:

  • Μωρή Αργεντού , νιώνετενε εσείς κάθε βράδι μικροσεισμούς, γιατί το Κατινιώ έτσινα μου λε  και βγαίνει και κάθεται με το Λιωνή κστην πεζούλα και γλέπουνε το φεγγάρι που γυαλίζει.
  • Ε  Βγερού, κούνια που σε κούναγε. Ε γυαλίζει το φεγγάρι μα στο Λιωνή γυαλίζει το Κατινιώ και στο Κατινιώ ο Λιωνής.
  • Ηγού-ηγού βοή που μας ηύρενε κι έχουνε και είκοσι χρόνια διαφορά….  Γιάδες Αργεντού τρέξε φώναξε τον ξυλουργό νάρτει να μου βάλει διπλούς φερουγγέδες σήμερις κιόλλας.
  • Να τώρα γίνεται τω ΄όντι σεισμός Βγερού μου, τρέξε όξω αφ΄ το τσαρδάκι.
  • Εν πάω πούβετις. Εμένε τώρα με πλάκωσενε το σπίτι με τούτα που μου ξεφούρνησες. Βρε δουλειά που ηπάθαμενε …κι ήλεγεν το ο αθεόφοβος ο Λιωνής στον πρώτο σεισμό , κι εγώ χαμπάρι εν το πήρα «εμένα τώρα άλλο μου γυαλίζει….»  Άντε τώρα α πω του γιού μου πως η κόρη τάφτιαξενε με τον Λιωνή… Α μου πει εσύ ίντα κάμες εν εφύλαες ή εβάστας το φανάρι;  Κι άντε τώρα  νάβρω τρύπα α κρυφτώ.

 

                                                                ΙΑΚΩΒΟΣ Γ. ΜΠΡΙΛΗΣ

                                                                  Συν/χος μαθηματικός.

 

Άλλες απόψεις: Του Ιάκωβου Μπριλή