
Το παραπάνω χορίο τών Πράξεων, μας λέει πως ουσιαστικά κατά την περίοδο τού Χριστιανισμού η αλήθεια αναζητείται εκτός των ορίων τών φυσικών γνωστικών δυνάμεων τού ανθρώπινου νού.
Οι ενέργειες και οι πράξεις μας όμως δείχνουν πως βρισκόμαστε μακριά από τις πρακτικές ανάγκες τού ανθρώπου και τη φυσική αλήθεια. Αυτό συνέβη με βάση τη θεία αποκάλυψη όταν οι Έλληνες ήλθαν σε επικοινωνία με τους Ανατολικούς λαούς (Πέρσες, Φοίνικες, Εβραίους, Ασυρίους, Βαβυλωνίους, Αιγυπτίους κ.α ) οι οποίοι και καλλιέργησαν την πίστη στους Έλληνες, ενώ οι Έλληνες τη γνώση…
Παρ’ όλα αυτά η αιώνια απορία υπάρχει ως το “ἀεί ζητούμενον καί ἀεί ἀπορούμενον”(Αριστοτ. “Μετά τα Φυσικά”) στο οποίο πρέπει να αναγνωρίσουμε, πως το “απορούμενον” κινείται κοντά στο μεταφυσικό πεδίο το οποίο καλύπτει ο “φόβος Κυρίου” όπως και ο φόβος τού θανάτου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα (κάποιοι) να εκμεταλλεύονται τις ανθρώπινες αδυναμίες, ακόμα και το φυσικό φαινόμενο τού θανάτου διαστρεβλώνοντάς το θεοκρατικά.
Όμως, με τη δύναμη τής λογικής και τη δύναμη τού νου μπορούμε να απομακρύνουμε τον φόβο τού θανάτου, ακόμα και να αλλάξουμε τον κόσμο! Γι’ αυτό δεν χρειάζεται να ταπεινωνόμαστε μπροστά σε οποιονδήποτε, ούτε και να μας καταλαμβάνει ο φόβος και η ανησυχία τού θανάτου· αρκεί να τον αποδεχτούμε ως φυσική και μοναδική εξέλιξη...εφόσον πιστέψουμε πως “άπαξ άνθρωποι γεγόναμεν, δις δε ούκ έστι γενέσθαι” (Επίκουρος).
Αυτός είναι ένας αφιλοκερδής και απροκατάληπτος στοχασμός από τον οποίο δεν προκύπτει τίποτα το αντιεπιστημονικό και το υπερφυσικό. Όμως, από τη στιγμή που “μπλέχτηκε” το κοινωνικό σύστημα με τη θρησκεία, δημιουργήθηκε πρόβλημα στην αυτόνομη σκέψη καθώς αναπτύχθηκαν θρησκευτικές ή μυθικές προκαταλήψεις και άλλαξαν τα κριτήρια για την ανεύρεση τής αλήθειας. Εδώ θα πρέπει να πούμε καθαρά πως η ανεύρεση τής αλήθειας είναι δυνατή μόνο όταν αναζητηθεί μέσω τής έρευνας και της γνώσης η οποία είναι απαλλαγμένη από θρησκευτικούς φόβους και δεισιδαιμονίες και πράγματα που δεν ωφελούν, αλλά ούτε και είναι μέσον για την απόκτηση τής ευτυχίας, γιατί ακριβώς δεν στηρίζονται σε ανιδιοτελή βάση. Εδώ βάσιμα μπορεί να υποθέσει κανείς, πως η ύπαρξη τής ψυχής αποτελεί έναν ιδιοτελή στοχασμό / κριτήριο για να δικαιολογήσει την μετά θάνατον ζωή ανεξάρτητα παραδείσια ή κολασμένη!
Παρ’ όλα αυτά “ζωή μετά θάνατον υπάρχει” και αυτή είναι η μνήμη των αποθανόντων που ζουν μέσα από τα έργα και τις καλές ή κακές πράξεις τους*. Έτσι μόνο ο άνθρωπος μπορεί να απαλλαγεί από την μεταφυσική αγωνία και τον φόβο τού θανάτου· ο οποίος – πρέπει να πούμε – πως βρίσκεται απέναντι από μια ευτυχισμένη ζωή ανάμεσα σε αγαπημένους ανθρώπους και φίλους άνδρες και γυναίκες που νοιώθουν σεβασμό, ειλικρινή και ανυπόκριτη αγάπη. # Επιπρόσθετα, πρέπει να γνωρίζουμε, πως απαραίτητο συμπλήρωμα όλων αυτών είναι, να μην κρίνομε την αξία και την ευτυχία στη ζωή με βάση τα υλικά αγαθά και την αγωνία για την απόκτησή τους. Και βέβαια ούτε τα πλούτη, η δόξα, η ευγενική καταγωγή και η εξουσία δεν κάνουν τον άνθρωπο ευτυχισμένο** ούτε και ελεύθερο. Ακόμα σημαντικό είναι, όχι τί θα φας, αλλά με ποιόν θα το φας! Έτσι, “το να αρκείται κανείς σ’ αυτά που έχει, το θεωρώ πολύ σπουδαίο αγαθό: όχι για να περιοριζόμαστε σώνει και καλά στα λίγα, αλλά για να αρκούμαστε στα λίγα όταν μας λείπουν τα πολλά...” (Κύριαι Δόξαι Επ. Προσφ. 25 Επιστ. Προς Μενοικέα).
Μπορούμε λοιπόν να διαχωρίσουμε τις ανάγκες σε φυσικές και αναγκαίες, αλλά και σε φυσικές και μή αναγκαίες. Μόνο με την σωστή ιεράρχηση των επιθυμιών μας θα μπορέσουμε να χαλιναγωγήσουμε τα πάθη και να ξεφύγουμε από την καπιταλιστική απάτη***. Τότε θα είμαστε υγιείς και δεν θα μας ταράζουν ψυχικά η επιβολή και ο ψυχαναγκασμός τής επιβολής. Γιατί, δυστυχώς σήμερα θεωρούμε πως η ευτυχία οφείλεται όχι μόνο στην κατανάλωση αγαθών, αλλά και στην αστόχαστη εμπιστοσύνη στις υπερβολές που μας επιβάλλονται ως πραγματικές ανάγκες.
Σήμερα η “ομορφιά” βρίσκεται μέσα στο ψέμα και στην πλάνη που προκαλεί ο φόβος και η άγνοια, ενώ προωθείται, και εν τέλει επικρατεί, η λογική τής ύαινας και της αφροσύνης.
Και να κλείσω με την άποψη ενός Άγγλου αγρονόμου Τζων Σέïμουρ που έμεινε χαραγμένη στη μνήμη μου όταν διάβασα – μελέτησα ένα άρθρο του στην εφημ. ΤΑ ΝΕΑ με τίτλο “Καλύτερα πιό φτωχοί παρά νευρωτικοί”. Αυτά, το 1978!!! ⁕Απλώς να διευκρινίσω, όχι τής φτώχειας που σχεδόν επιβάλλουν οι κυρίαρχοι εκμεταλλευτές (Εκκλησία, Πολιτεία) αλλά αυτής που επιλέγεται από την ελεύθερη βούληση τη φρόνηση την εγκράτεια και τη δικαιοσύνη που στηρίζεται σε δίκαιους νόμους… Γιατί αυτοί αποβλέπουν στην ομαλή κοινωνική συμβίωση. Αντίθετα, “Νόμος που δεν εξυπηρετεί το κοινωνικό συμφέρον δεν είναι δίκαιος νόμος” (Επίκουρος – Κύριες Δόξες).
* Αυτό ακριβώς συμβαίνει όταν οι φίλοι παριστάμενοι στην κηδεία ενός προσφιλούς προσώπου τον ξεπροβοδίζουν με κατευόδιο τη λέξη “αθάνατος” (δηλ. ότι θα τον θυμούνται, θα είναι αθάνατος στη μνήμη τους).
** Γιατί, “Εὐτυχοῦντες οὐκ ἐπίστανται φέρειν” (την ευτυχίαν) δηλ. όσοι ευτυχούν δεν ξέρουν πως να χαρούν την ευτυχία τους (Ευριπίδης).
*** Η οποία με οποιονδήποτε τρόπο προωθεί το κέρδος και την αφαίμαξη τών εργαζομένων μέσω ενός πλασματικού ατομικού και κοινωνικού ευδαιμονισμού που δημιουργεί πλασματικές ανάγκες και χρησιμοποιεί εσκεμμένα ψέματα και με παραπλανητικές και ανούσιες υποσχέσεις προωθεί την καταναλωτική λογική με όλους τους πρόσφορους και “ελκυστικούς” τρόπους...που δυστυχώς - δεν μπορούν να αποκρουστούν από λόγια που θυμίζουν εκπλήρωση καθηκόντων του περασμένου αιώνα και συνθήματα που αποπνέουν...φορμόλη!
































