Με αφορμή τα γραφόμενα στη στήλη «αληθινά» του διαδικτυακού τόπου της Αλήθειας

Τρί, 16/02/2016 - 20:23

Από την αρχή είναι ανάγκη να διευκρινίσω, πως δεν θα σταθώ στους χαρακτηρισμούς που αναφέρονται στη στήλη, τους οποίους και αντιπαρέρχομαι∙ μια και θέλω να πιστεύω, πως, ο χαρακτήρας αλλά και το περιεχόμενο τού κειμένου δεν εξαντλείται στους όποιους χαρακτηρισμούς, αλλά αγγίζει ένα σημαντικό θέμα, που είναι αυτό τής παιδείας, η οποία κατά τον Σωκράτη «εν μεν ταις ευτυχίαις κόσμος (στολίδι) εστίν, εν δε ταις ατυχίαις καταφυγή». Και επειδή όπως είναι λογικό το θέμα τής παιδείας είναι μεγάλο και πολυσχιδές, χρειάζεται πολύπλευρη μελέτη, γι’ αυτό είναι αδύνατο έστω και να το προσεγγίσει κανείς στο πλαίσιο ενός σημειώματος. Παρ’όλα αυτά δράττομαι της ευκαιρίας να αναφερθώ σε έναν από τους Μεγάλους της αρχαιότητας οι οποίοι αναφέρονται στα «αληθινά» (βλ.11 ∕ 2).

Ένας απ’ αυτούς είναι ο «πανεπιστήμων» Μέγας Σταγειρίτης φιλόσοφος Αριστοτέλης. Θα σταθούμε όμως ιδιαίτερα σ’ ένα από τα βιβλία του* στα «Ηθικά Νικομάχεια» όπου γίνεται λόγος για την υπαγωγή της ηθικής στην πολιτική. Αντικείμενο της πολιτικής είναι τα «καλά» και τα «δίκαια» και με βάση αυτή την λογική, η πολιτική «πρέπει» να ταυτίζεται με το αντικείμενο της ηθικής. Όμως η συσχέτιση της πολιτικής και κρατικής εξουσίας έχει ως αποτέλεσμα, ουσιαστικά, τον χωρισμό της ηθικής από την πολιτική. Παράλληλα καταλαβαίνει κανείς πως, στην ηθική αξιολόγηση υπόκεινται –δυστυχώς- ΜΟΝΟ οι πράξεις των πολιτών, πράγμα που σημαίνει ότι, αν και ο άνθρωπος είναι φύσει πολιτικό και κοινωνικό ζώο, εν τούτοις πρέπει να τελειωθεί για να γίνει βέλτιστον των ζώων. Και αυτό θα γίνει, όχι άνευ Νου και Δίκης, γιατί τότε θα είναι χείριστον των ζώων!. Ο πολίτης σύμφωνα με τον Αριστοτέλη είναι εκείνος που συμμετέχει (ή αν θέλετε πρέπει να συμμετέχει) στην άσκηση της εξουσίας, έχοντας τη δυνατότητα να καταλάβει πολιτειακό αξίωμα∙ συμβάλλοντας στη δημιουργία μιάς πολιτείας που θα εξασφαλίζει στους πολίτες της το εύ ζην, δηλ. μια ευτυχισμένη ζωή σύμφωνα με την αρετή. Στο σημείο αυτό θεωρώ αναγκαίο να συμπληρώσουμε πως, ο χωρισμός της ηθικής ως στοιχείου της αρετής από την πολιτική, ωρίμασε με τις θεοκρατικές αντιλήψεις του 12ου και του 14ου αιώνα. Μέσα στις αντιλήψεις αυτές εμπίπτει και το στοιχείο της προσευχής με την έννοια της επίκλησης του θείου προκειμένου να αποδοθούν τα δίκαια στην…άλλη ζωή. Στη λογική αυτή πιθανότατα εντάσσεται και ο αναχωρητισμός οι προσευχές και οι ευχές. Όμως σ’ αυτό δεν συμφωνεί ο Αριστοτέλης ο οποίος στο βιβλίο του «περί ευχών» αναφέρει σχετικά: Αφήστε τις ευχές, διότι δεν είναι δυνατόν να ζεστάνεις το νερό με την προσευχή! Αυτό λοιπόν ήταν η αιτία να του κάνουν μήνυση για ασέβεια με αποτέλεσμα να πάει στη Χαλκίδα, όπου και πέθανε από στομαχικό νόσημα σε ηλικία 62 χρονών. Τις αντιλήψεις τις σχετικές με τον χωρισμό της πολιτικής από την ηθική τις εφάρμοσε ο Μακιαβέλι, μια και η «συμβουλή» που μας δίνει, είναι, πως «…οι βλάβες που είναι απαραίτητο να προκαλέσει,(ο κυβερνήτης- ηγεμόνας) να τις προκαλέσει με μιάς…» για να μην παρενοχλεί τους υπηκόους του καθημερινά(!). Όσο για τις ευχές και τις προσευχές στην πρωτοπορία βρίσκεται ο Καπιταλισμός**. Τον κίνδυνο της πολιτικής αυτής επισημαίνει ο Ρουσσώ στο «Κοινωνικό Συμβόλαιο» χαρακτηρίζοντάς τες ως «μιά τάση φυγής από το χώρο της πολιτικής και υποταγής τού ηθικού ανθρώπου στον τυχόντα τύραννο». Για παράδειγμα, η αντίληψη «περί ηθικής» δεν ερμηνεύεται το ίδιο όχι μόνο από τις κυβερνήσεις, αλλά πολύ περισσότερο από όσους εκφράζονται για το θέμα της ηθικής σε ιδιαίτερες και καίριες ιστορικές περιόδους, όπως π.χ 1940 –’50 ακόμα και 1967 - ’74 (για να αναφερθούμε και στο σήμερα).

Αυτό βέβαια έχει σχέση ή και εξαρτάται από τις λογικές αλλά και τις αξιολογικές επιλογές του ιστορικού (αυτό ως απλή σημείωση – παρατήρηση).

Έτσι, για να εννοήσουμε ή αν θέλετε να καθορίσουμε το αντικείμενο της ηθικής, πρέπει να αναλύσουμε τις πράξεις που εκτελεί ο άνθρωπος ή την συμπεριφορά του ανάλογα με το τι επιδιώκει∙ και αυτό θα είναι το ύψιστον αγαθόν, που όμως κατά τον Αριστοτέλη σε αντίθεση με τον Πλάτωνα δεν αποτελεί «ενιαίαν και υψίστην ιδέαν», αλλά «ενότητα αναλογικήν» προκειμένου να φτάσομε στην ευδαιμονία την οποία οι πολλοί την αναγνωρίζουν ως ύψιστον αγαθόν «Την γαρ ευδαιμονίαν και οι πολλοί και οι χαρίεντες λέγουσιν». (Ηθ. Νικομ. 1095 α 18). Σχετικά με τις ηθικές αρετές ο Αριστοτέλης, μας δίδει την ακόλουθη ερμηνεία: «Έστιν άρα η αρετή έξις προαιρετική, εν μεσότητι ούσα τη προς ημάς, ωρισμένη λόγω και ως αν φρόνιμος ορίσειεν» (Ηθ. Νικομ. 1106 β 36). (δηλ. είναι λοιπόν η αρετή, η έξις (ως ψυχική διάθεση) που προέρχεται από την προαίρεση, η οποία βρίσκεται σε μια μεσότητα σχετική με ’μας, η οποία καθορίζεται από τον λόγο (ως λογική) την οποία θα έδιδε (θα όριζε) ένας φρόνιμος άνθρωπος).

Ορίζοντας όμως ο Αριστοτέλης την αρετή ως μεσότητα εννοεί ότι αυτή καθορίζεται από το μέτρο, το οποίο θα βρίσκεται ανάμεσα στις ακρότητες. Μεταξύ των αρετών αναφέρονται η σωφροσύνη, η πραότης, η μεγαλοπρέπεια, και όσον αφορά τις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων (ουσιαστικά την κοινωνική ζωή), η αλήθεια, η ευτραπελία (ευφυΐα) η φιλία, η αιδώς και η νέμεσις ως δίκαια αγανάκτησις.

Να συμπληρώσουμε πως ουσία της ηθικής ως αρετής χαρακτηρίζεται ως αξιολογική σύνθεση διαφόρων αξιολογικών στοιχείων π.χ σοφία, σωφροσύνη, αλήθεια…

Τέλος; αφήσαμε την θέση του Αριστοτέλη για την δικαιοσύνη για την οποία αναφέρεται στο πέμπτο βιβλίο των «Ηθικών Νικομαχείων» την οποία χαρακτηρίζει ως αγαθόν, που όμως δεν αποσκοπεί εις την ευδαιμονίαν του ασκούντος αυτήν, αλλά είναι μια αρετή που έχει ως στόχο τον άλλο άνθρωπο «…αγαθόν δοκεί είναι η δικαιοσύνη μόνη των αρετών, ότι προς έτερον εστι» (1130 α 3).

Ως στήριγμα τής πολιτείας κατά τον Αριστοτέλη εκτός από την ηθική είναι οι νόμοι. Όμως πρέπει να έχουν υπ’ όψιν (οι κυβερνόντες αλλά και οι κυβερνώμενοι) ότι η «πολυνομία» δεν είναι χαρακτηριστικό ευνομούμενης πολιτείας, αλλά διεφθαρμένης πολιτείας. Παράλληλα όμως δεν δέχεται ότι οι νόμοι πρέπει να παραμένουν αιωνίως αμετάβλητοι, ούτε οι γραπτοί ούτε οι άγραφτοι, γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπον θα καταδικαζόταν η πολιτεία εις πρωτογονικήν στασιμότητα «…ώστε το ραδίως μεταβάλλειν εκ των υπαρχόντων νόμων εις ετέρους νόμους καινούς ασθενή ποιείν εστι την του νόμου δύναμιν» ( Πολιτικά 1269 α 4).

Η ουσία δεν υπάρχει μόνο στην ύπαρξη καλών νόμων, αλλά στην πειθαρχία σε αυτούς. «Ουκ έστι δε ευνομία το ευ κείσθαι τους νόμους, μη πείθεσθαι δε. Διό μίαν μεν ευνομίαν υποληπτέον είναι το πείθεσθαι τοις κειμένοις νόμοις, ετέραν δε το καλώς κείσθαι τους νόμους οίς εμμένουσιν» (Αριστ. Πολιτικά 1294 α 3).

Καταλήγοντας, να επισημάνουμε πως το θέμα της ηθικής (ως μέρος των αρετών) έχει να κάνει με την αντίληψη του ατόμου ή της κοινωνίας για το τι είναι καλό. Όμως είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί η ουσία της «ηθικότητας» που είναι «εσωτερικότητα», και της ουσίας τής πολιτικής που είναι συνυφασμένη με την αποτελεσματικότητα της εξουσίας, η οποία είναι αναγκαίο και λογικό να μην υπηρετεί σκοπιμότητες ξένες προς την ουσία (δηλ. το κοινό καλό), και να υπηρετεί την πολιτική που θα βασίζεται στους υλικούς όρους πραγμάτωσης της ηθικής π.χ. τη φορολογία, τη δικαιοσύνη ως βασικό στοιχείο κάθε ευνομούμενης πολιτείας, αλλά και τη δημιουργία έργων που θα διευκολύνουν τη ζωή των πολιτών… Ως προς την Χριστιανική ηθική,*** που ισχύει για τον ιδιώτη, αυτή βασίζεται στην ηθική της «καθαρής καρδιάς», δεν είναι όμως δεσμευτική για τον «αρχηγό της πολιτείας» ο οποίος λειτουργεί ή πρέπει να λειτουργεί με βάση την αποτελεσματικότητα και την προσφορά για το κοινό καλό, μέσα στα όρια του ανθρωπισμού και της λογικής.

 

* Υπολογίζουν ότι ο Αριστοτέλης έγραψε περίπου 400 βιβλία ένα από τα οποία είναι και τα «Πολιτικά» (βλ. παραπάνω).

** Το θέμα είναι μεγάλο και σύνθετο και γι’ αυτό δεν μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο ενός σημειώματος.

*** Το έδαφος για τον χωρισμό της ηθικής και της πολιτικής προετοιμάστηκε από τη στωική φιλοσοφία η οποία επέδρασε στον πρώιμο Χριστιανισμό, φτάνοντας μέχρι το σήμερα όπου οι θεοκρατικές θεωρίες οδήγησαν ή αν θέλετε οδηγούν στη διαφοροποίηση της εκκλησιαστικής ηθικής από την πολιτική ηθική.     

 

 knafpl@hotmail.com

 

Άλλες απόψεις: Του Κ. Α. Ναυπλιώτη