Μπροστά στο πρόβλημα της αλήθειας και της ηθικής (η παρέμβαση της φιλοσοφίας) (ΙΙ)

Δευ, 23/07/2018 - 20:22

Υπάρχει μια κατηγορική προσταγή που θεωρεί, ότι δεν είναι υποχρέωσή μας να κρίνουμε μόνοι τούς εαυτούς μας και να τους θεωρούμε σαν την πηγή των αξιών, αλλά ότι η πηγή όλων των αξιών είναι μια υπερφυσική, παντοδύναμη και γι αυτό εξουσιαστική δύναμη.

Όμως και μόνο η ερμηνεία των όρων “εξουσία” και “εξουσιαστικός” δηλώνει τη δύναμη επιβολής  και την επικράτηση αυτής της δύναμης. Η εξουσία αυτή όσον αφορά την “κοινωνική εξουσία”είναι φανερό πως στηρίζεται στη δύναμη στης ισχύος έστω και με “δημοκρατικό τρόπο” που πολλές φορές εκφράζει μια εκφυλιστική θεώρηση των πραγμάτων η οποία θεωρείται ως αρετή αλλά και καθήκον.

Δεν γνωρίζω όμως, τουλάχιστον όσον αφορά το καθήκον, αν στην περίπτωσή μας, αυτό αποτελεί αρετή ή ανθρώπινο δράμα ή και έκφραση καταπίεσης του λαού μέσω μιας ηθικής υποχρέωσης. Ωστόσο εδώ φαίνεται να παραμονεύει ο σκεπτικισμός (ως σκέψη αλλά και υποχρέωση) ο οποίος ουσιαστικά – και σωστά -  ζητά τεκμήρια για την αλήθεια.

Σε κάθε περίπτωση η σκέψη είναι αυτή που οδηγεί σε αξιολογικές κρίσεις, μέσω της αμφιβολίας[1] ακόμα και της αμφισβήτησης‧ όσο και αν η σκέψη οδηγεί στο να κάνουμε κάτι χρήσιμο το οποίο όμως εξαρτάται από εμάς, και γι αυτό πρέπει να έχουμε συνείδηση των πράξεών μας‧ πράγμα που  μπορεί να οδηγήσει κατ’ ανάγκην στη γαλήνη και την αταραξία της ψυχής (βλ. Επίκουρος, Στωϊκοί). Αντίθετα θεωρώ πως αυτή περνά με φυσικό τρόπο μέσα από τη φιλοσοφική αναζήτηση της αιτίας χωρίς κάθετους διαχωρισμούς σε “καλούς”, “δίκαιους” και “κακούς”.

Αυτή είναι που οδηγεί σε λογικές εκτιμήσεις, εκπληρώνει τον όρο ή αν θέλετε την απαίτηση τής διανοητικής ευθύτητας. Και αυτό επειδή ο άνθρωπος αν και μειονεκτικότερο από τα άλλα ζώα,  λόγω της περιφρόνησης των ενστίκτων, μπορεί να θεωρήσει την πλάνη σαν αλήθεια. Γιατί όσο και αν η πλάνη είναι μέρος της αλήθειας που βιώνεται στην κοινωνία, αυτή δεν μπορεί να τη βιώσει κανείς στο υπερπέραν, έστω και αν έχει σύμμαχο το “καθαρό πνεύμα”. Όμως το “καθαρό πνεύμα” είναι μια “ανοησία” αν απ’ αυτό αφαιρέσουμε την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα βρίσκεται μακριά από τελεολογικές σκοπιμότητες, που οδηγούν σε μια πλασματική ηθική η οποία υποτιμά και αρνιέται, αφού βέβαια πρώτα δυσαρεστείται, για το κατάντημα του κόσμου! Η λογική όμως μας λέει πως “δεν υπάρχουν ηθικά φαινόμενα, αλλά ηθική ερμηνεία των φαινομένων”. Άρα, η ηθική δεν είναι από καταγωγής ηθική και η σκέψη δεν είναι ανάγκη να προσδιορίζει τον άνθρωπο ως ζώο μεταφυσικό, αλλά να θέτει για τον εαυτό του ως θέμα μελέτης ό,τι το γενικότερο και πιό συνηθισμένο υπάρχει. Αν και είναι γνωστό πως υπάρχουν άνθρωποι που προσπάθησαν και προσπαθούν να βγάλουν το ψωμί τους από τη μεταφυσική ανάγκη... δηλ. το ξεπέρασμα της φύσης και της εμπειρίας‧ χωρίς να παραβλέπει κανείς ότι καμιά αλήθεια δεν είναι απόλυτη και προφανής όσο αυτή που βλέπει το υποκείμενο, παρ’ όλο που και αυτή μπορεί να υπάρξει μόνο στη σκέψη ή το μυαλό κάποιων ακόμη και διαισθητικά εκτός χρόνου και χώρου. Όμως αυτοί θεωρούνται “Μακάριοι” ὡς μή εἰδότες καί πιστεύσαντες. Και αυτοί είναι όσοι ανατρέπουν την κοσμική αλλά και τη “φυσική λογική”. Ακόμα, οι πενθούντες, οι λυπημένοι για τις αμαρτίες τους; αυτοί που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη;... Εδώ ας μου επιτραπεί να σημειώσω πως δεν γνωρίζω κανέναν που να έχει χορτάσει τρώγοντας “δικαιοσύνη” και να μπορεί να ζήσει στη γη*. Αυτό όμως υποθέτουμε; ότι θα γίνει στον Ουρανό, όπου θα ζει σαν βασιλιάς! Πράγμα που θα γίνει όχι μόνο για τους δίκαιους, αλλά και για τους θλιμμένους, τους βασανισμένους, τους βρισμένους, ακόμα και για τους “μετανιωμένους” εγκληματίες. Όλοι αυτοί θα ζήσουν ευτυχισμένοι...στον Ουρανό!  

Όμως, όντως η φαντασία είναι εργαλείο για τη σκέψη. Και οι διαισθήσεις - ενοράσεις αντιπροσωπεύουν μόνο το περιεχόμενο της σκέψης μας. Και κάθε σκέψη στην αρχή, είναι μια εικόνα‧ και γι αυτό η φαντασία είναι αναγκαίο εργαλείο για τη σκέψη. Φαίνεται όμως πως μόνο με τη φαντασία δεν μπορούμε να γνωρίσουμε την “πραγματική αλήθεια”, γιατί αυτό θα γίνει μόνο όταν...πεθάνουμε. Όσο και αν  ο πραγματικός κόσμος έχει σχέση με αυτόν του θανάτου! Εξ’ αυτού συμπεραίνει κανείς πως υπάρχει ένας κόσμος “φαινομενικός” και ένας κόσμος “πραγματικός”. Στην ουσία λοιπόν ο άνθρωπος ζη σε έναν κόσμο ψεύτικο και θα πρέπει όχι μόνο να προσβλέπει, αλλά και να πιστεύει σ’ έναν κόσμο αληθινό που και αυτός οφείλεται στην ύπαρξη του Θεού. Τότε, η μεταφυσική που μας λέει ότι ο άνθρωπος είναι παιδί του Θεού, γιατί δεν μπορεί να ζήσει περήφανα και δίχως τον φόβο της κόλασης; Γιατί δυστυχώς υπάρχει η ηθική τού οίκτου δηλ. της αθλιότητας που αποτελεί και κυρίαρχο σύμπτωμα του πολιτισμού.  Εδώ λοιπόν μας χρειάζεται επανακαθορισμός τού τί είναι αξία και πως αυτή έχει καθοριστεί... Η πραγματική αξία μπορεί να διαβεί  μόνο μέσα από την ελεύθερη σκέψη και όχι μέσα από ό,τι την καθορίζει συναισθηματικά. Αντίθετα αυτό καθορίζει την καχεξία που ζη μόνο μέσα από τη νοσηρή κατάσταση που αυτή εξυπηρετεί.

Ο καθορισμός αυτός αντιστρέφει τη λογική‧ γιατί δεν μπορεί να είναι “μακάριος” (ευτυχής & καλότυχος)  ο βλάκας και ο αγράμματος, ο κακομοίρης και ο φτωχός, ο στερημένος, ο βασανισμένος, ακόμα και ο τυφλός, αρκεί να είναι θεοσεβούμενος‧ και ότι μόνο αυτός (ή όλοι αυτοί) θα κληρονομήσουν την ευδαιμονία των ουρανών! Ας μου συγχωρεθεί που δεν μπορώ να καταλάβω, πως μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς ευτυχείς τους φτωχούς στο πνεύμα!! “Αλλά τους ζηλεύω καμιά φορά όταν είμαι κουρασμένος...” [2] Όσο για τους άλλους; αυτοί θα είναι...καταραμένοι “εἰς τό πῦρ τό ἐξώτερον” αφού θα διαβούν τις πύλες της...κολάσεως. Αυτά μόνο μια φαντασία αλλά και μια συναισθηματική πίστη μπορεί να τα δεχτεί.

Δεν ξέρω αν αυτό είναι το ευγενές ιδανικό ιδανικό του λαού του Θεού. Αντίθετα αυτό κάλλιστα μπορεί να αποτελέσει τη λογική του κοπαδιού και πολύ περισσότερο αυτήν του αφεντικού και του δούλου, του όχλου και του αφέντη. Όμως ο όχλος – στην περίπτωσή μας ο λαός - δεν αξίζει της καταφρόνιας, αλλά έχει πολλά στοιχεία άξια σεβασμού. Και στοιχείο καταφρόνιας ουσιαστικά είναι η εξαπάτηση των αδύνατων θνητών και καταπιεσμένων, ουσιαστικά η στέρηση του φωτός της ελευθερίας  έναντι ενός επικίνδυνου ερέβους πασπαλισμένου με “αγάπη” και “ελπίδα”. Ελπίδα όμως που θα απέχει της κοινωνικής ευθύνης και της ελεύθερης συνείδησης‧ γιατί αυτό θα συμβεί στη “δεύτερα παρουσία”αρκεί να μην αντιστέκεται ούτε να υπερασπίζεται το δίκιο του, αφού θα ζήσει σε έναν κόσμο όπου όλα θα είναι “καλά λίαν” αρκεί να έχει παιδικό μυαλό. Αντίθετα η κοινωνική ευθύνη η κοινωνική δικαιοσύνη όπως και η ελεύθερη συνείδηση είναι  από τους παράγοντες που διακρίνουν τον άνθρωπο ως κοινωνικό όν και ξεχωρίζουν τον άνθρωπο από το ζώο. Όμως ένας τέτοιος άνθρωπος αυτοκαταστρέφεται όταν για χάρη μιάς φαντασίας που επαγγέλλεται όχι μόνο τη δικαιοσύνη, ακόμα και τη συγχώρεση της αφαίρεσης μιάς ζωής, μόνο με το “αφέονται σοι αι αμαρτίαι” και μην το ξανακάνεις. Ίσως μπορεί να υποθέσει κανείς ότι αυτό μπορεί να “συμβαίνει” μόνο στον κύκλο των μυημένων και όχι σε μια κοινωνία που αντιμετωπίζει χιλιάδες προβλήματα και προσπαθεί να επιβιώσει υπό το βάρος της “προόδου”, έστω και αν η πρόοδος αυτή  υπολογίζεται ανάλογα με το μέγεθος των θυσιών που θα στοιχίσουν όχι μόνο σε χρήμα, αλλά το χειρότερο σ’ έναν επιβαλλόμενο παραλογισμό, ή αν προτιμάτε σε μια επιβαλλόμενη “λογική”. Αν είναι έτσι προτιμητέο το Πυθαγόρειο: “Τας λεωφόρους μη βαδίζειν”. Όπως δεν τις βάδισε ούτε ο Σωκράτης όταν ήπιε αταλάντευτα το κώνειο**. 

Μην ξεχνάμε πως για να ενεργήσει κανείς διαφορετικά χρειάζεται μια αφορμή, γιατί χωρίς αυτή δεν θα συνέβαινε. Και δυστυχώς ως προς τις ενέργειες των ατόμων, συμβαίνουν τόσα που δίδεται όχι μόνο αφορμή, αλλά.... Αντίθετα απουσιάζει και βούληση και το θάρρος για να μιλήσει κανείς χωρίς να προκαλέσει‧ και όχι μόνο αυτούς που καρτερούν τη λύτρωση... Και αυτή θα τη νοιώσει ο καθένας διαβάζοντας το επιτύμβιο του Κεραμικού “στάθι καί οἴκτιρον” δηλ. σταμάτα και δάκρυσε γιατί δεν θα ζω πια. Μην προσδοκάς τίποτα άλλο και να είσαι σίγουρος ότι δεν θα με ξαναδείς. Ωστόσο λυπάμαι που δεν κατάλαβα τί σημαίνει ζωή. Γιατί έζησα μέσα στο ψέμα του μυαλού μου‧ και μόνο γι αυτό είμαι όντως για κλάματα, αφού η λύτρωση δίδεται ακόμα και στους ληστές τους φονιάδες αλλά και στους εσκεμμένα αδιάφορους‧ αρκεί να έχουν μετανοιώσει. Γιατί άραγε; επειδή πίστεψαν ότι ο θάνατος σημαίνει ζωή;

Εδώ όμως εμφανίζεται το “Κράτος” ως μηχανισμός εξουσίας και  επιβολής και γι’ αυτό τυραννίας, η οποία στηρίζεται πάνω στο ακατέργαστο υλικό ενός λαού που γίνεται χειραγωγήσιμο, αφού χάνει τη ζωτικότητά του, όταν περιορίζει τη λογική της ελευθερίας σε, ίσως, κάτι ανώδυνο για την εξουσία, που ίσως στηρίζεται στην κριτική, την άρνηση, έστω και στην περιφρόνηση, που όμως δεν θα έλκει την καταγωγή της από την ανιδιοτέλεια της ηθικής ως αξίας, αλλά η αξία αυτή θα καθορίζεται ως “ανιδιοτελές” αλλά  χειραγωγήσιμο υλικό.  Όμως η “γνώση” ή αν προτιμάτε η έρευνα (και των γραφών), μας οδηγεί στο να θεωρήσουμε πως αυτή ήταν και είναι; δοσμένη αν όχι απαγορευμένη, αφού θεωρήθηκε ως αμάρτημα και ανυπακοή η σκέψη και η αυτενέργεια. Έτσι όμως δημιουργήθηκε στον άνθρωπο η ιδέα της ενοχής και της τιμωρίας‧ άραγε από ποιόν, πότε και γιατί; Θα μπορούσε να πει κανείς πως η πίστη σώζει. Αυτό όμως θα γίνει όχι σήμερα αλλά στο μέλλον όταν ποια δεν θα υπάρχουμε. Πράγμα όμως που δεν μπορεί να αποδείξει την αληθινότητα τής πίστης. Ας προσθέσουμε ακόμα και μια ευαγγελική (χαρμόσυνη είδηση) τού Ευαγγελιστή Μάρκου η οποία μπορεί να εφαρμοστεί από τον πιστό, ως οδηγία; παραίνεση; ή ανταμοιβή έναντι αμαρτίας που διεπράχθη. Αυτή είναι η φιλεύσπλαχνη και μεγαλειώδης προτροπή “ἐάν ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζῃ σε, ἔκβαλε αὐτόν...”. Τώρα, αν το κοινό αίσθημα και η κοινή λογική είναι σκάνδαλο, αυτό μόνο ένας ευαγγελιστής μπορεί να το καταλάβει και να το αποδείξει, και κανείς άλλος, γιατί του απαγορεύεται να έχει κρίση σύμφωνα με την αντίληψη περί δικαιοσύνης τού κατά Ματθαίον Ευαγγελίου που μας λέει: “Μή κρίνετε, ἵνα μή κριθῆτε...” γιατί αυτό θα μετρήσει μπροστά στον δίκαιο κριτή. Αυτά και άλλα ων ουκ έστι αριθμός, αν όχι τα κακομεταχειρίζονται, αλλά και αδιαφορούν αν όχι επιτίθενται στη “σοφία του κόσμου”. Δηλαδή, ουσιαστικά, όχι μόνο στη φυσική, τη χημεία, τα μαθηματικά τη φιλολογία και την ιατρική όπως σε κάθε επιστήμη, αλλά σε κάθε “ανοιχτό μυαλό” που ερευνά να ανακαλύψει την αλήθεια μέσω αυτής της σοφίας και της ελευθερίας τού πνεύματος***, που μέσα από τον δυναμισμό και τη διανοητική ευθύτητα που αυτή δημιουργεί, οδηγεί στον θρίαμβο της γνώσης και  μέσω της φιλοσοφίας, για την αναζήτηση της αλήθειας προσπαθώντας να συλλάβει το βαθύτερο νόημα του κόσμου και της ζωής πέραν από μοναδικότητες και “θεϊκές αποκαλύψεις”. 

Όσο και αν κάποιοι εκτιμούν ή προσπαθούν να ποιήσουν τους φιλοσόφους – σκεπτόμενους, “ασόφους”   δηλαδή ηλίθιους -, αυτό ευτυχώς δεν μπορεί να συμβεί, όσο και αν περιφρονούν το πνεύμα παράλληλα με το σώμα.

 

[1] Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η καλοπροαίρετη αμφιβολία δεν σημαίνει απόρριψη αλλά επιφύλαξη η οποία όμως μπορεί να βοηθήσει στο να δώσουμε απαντήσεις πέραν αυτών που μας λένε: “ας τ’ αφήσουμε όπως τα βρήκαμε” ή “έτσι τἄβραμε”.

* Όμως η δικαιοσύνη όπως και η ελευθερία λόγου είναι αναγκαία. Μπορεί όμως να εφαρμοστεί ή αλλιώς μπορεί να υπάρξει μόνο στο πλαίσιο μιάς ελεύθερης και δημοκρατικής κοινωνίας.

[2] βλ. Φρίντριχ Νίτσε “Αυγή” Α’ εκδ. Δαμιανός Αθήνα 1999.

** Παρ’ όλ’ αυτά ο Χριστός τη στιγμή της σταύρωσης φαίνεται να δειλιάζει λέγοντας: “ἀπελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο”‧ πράγμα που αντανακλά στην ανθρώπινη φύση του.

*** και γι’ αυτό είναι αφύσικη μεγαλοποίηση ή το λιγότερο υπερβολή το να πει κανείς πως η ελευθερία “βιώνεται με την πίστη” ακόμα και με την “αγάπη”.                                                                                                                                                    

 

 

Άλλες απόψεις: Του Κ. Α. Ναυπλιώτη